Κείμενο της Κανάιμα για την 17 Νοέμβρη
Από τον Νοέμβρη του ’73 το σύνθημά μας είναι Κάτω η Εξουσία
Αν κάτι παραμένει εδώ και 45 χρόνια αγέραστο και σφριγηλό στην συλλογική μνήμη από την Εξέγερση του 1973, είναι εκείνα τα νεανικά πρόσωπα και κορμιά που ακτινοβολούν στα σκοτεινά ασπρόμαυρα φιλμάκια της εποχής. Μονάχα αυτά στέκουν αγέρωχα απέναντι στην θεσμική άλωση της επετείου – που τη γέρασε πριν την ώρα της – και στην χολή των χουντόψυχων. Και παρόλο που η χολή των τελευταίων ξεδιπλώνεται πλέον αχαλίνωτα, απροκάλυπτα και συντονισμένα ενάντια στην μνήμη της εξέγερσης, οι φιγούρες εκείνες στα μαυρόασπρα σελιλόιντ φαίνεται πως παραμένουν μόνες τους, σε μια αέναη πάλη με τον φασισμό, που δεν τελείωσε το ’73. Όχι επειδή η απριλιανή Χούντα δεν χρεοκόπησε ηθικά με τον Νοέμβρη, αλλά διότι αφενός το πνεύμα της διαφυλάχτηκε ακέραιο σε ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας και στον πυρήνα του ελληνικού εθνοκράτους, αφετέρου -και ως εκ τούτου- επειδή ο αγώνας των εξεγερμένων δεν δικαιώθηκε με την “Μεταπολίτευση”.
Βεβαίως, ένα άλλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας – ανεξαρτήτως ταξικών, ιδεολογικών και πολιτικών διαφορών που το διαπερνούν – υπερασπίζεται τον Νοέμβρη, εμπνέεται από την εξέγερση του Πολυτεχνείου και τιμά την μνήμη της. Και αν αυτό το τμήμα ήταν κάποτε μεγάλο, εντούτοις δεν κατόρθωσε να βγάλει τους εξεγερμένους από τη μοναξιά τους, δεν τίναξε πλήρως από πάνω τους τη ρετσινιά «των 300 προβοκατόρων», παρόλη την μυθική αίγλη με την οποία περιέβαλε την εξέγερσή τους. Έστω κι αν εδώ και κάμποσα χρόνια επιβάλλει στον εθνικό κορμό την υιοθέτηση της εξέγερσης στις θεσμικές επετείους του (κι ίσως η υιοθέτηση αυτή να ήταν το εισιτήριο και για τη δική του ένταξη στον εθνικό κορμό), αλλά να που μετά από 45 χρόνια – και ύστερα από μια θυελλώδη οικονομική κρίση και καπιταλιστική επέλαση – ο μύθος της λαομίσητης χούντας και της αντιδικτατορικής πάλης του λαού με αποκορύφωμα την παλλαϊκή εξέγερση του Πολυτεχνείου, δίνει τη θέση του στην άβολη αλήθεια.
Η 45η επέτειος μας βρίσκει (εμάς τους από δω δηλ.) σε μια αποπνικτική συγκυρία εθνικιστικού και μιλιταριστικού παροξυσμού, αποκαλυπτικού για το βαθμό στον οποίον εκτείνεται το «εμείς», σε αντιπαραβολή με το κοινωνικό σώμα στο οποίο με τόση τρομακτική ευκολία διαχέεται ο καραβανάδικος λόγος. Μέσα σε λίγες μέρες, ένας διαταραγμένος φασίστας και παρολίγον μακελάρης που αποπειράθηκε να προκαλέσει Πόλεμο, μετατράπηκε σε εθνικό ήρωα και σύμβολο ενός νεκραναστημένου μεγαλοϊδεατισμού, από το σύνολο σχεδόν των ΜΜΕ και του πολιτικού κόσμου. Με την ανώτερη δυνατή τιμή που του επιφυλάχθηκε στη Βουλή, επισφραγίστηκε με τον πλέον επίσημο και εκκωφαντικό τρόπο η έφοδος του μιλιταριστικού ιδεώδους και η κανονικοποίηση του χουντοβασιλικού πνεύματος στο δημόσιο λόγο. Μέσα σε λίγες μόνο μέρες, η Χρύση Αυγή βρήκε τον ιδανικό μάρτυρά της και μέσω αυτού το χρυσό εισιτήριο για την επάνοδό της στο προσκήνιο της δημόσιας ζωής, με εφόδους των συμμοριών της σε κεντρικά σημεία της Αθήνας, με σχολικές καταλήψεις και παρεμβάσεις στο συμβολικό πεδίο: ανάρτηση υβριστικού πανό και φασιστικών συμβόλων μπροστά από την είσοδο του Πολυτεχνείου.
Και δυστυχώς, τα τελευταία γεγονότα συνιστούν το πιο πρόσφατο επεισόδιο σε ένα μακρύ σήριαλ εθνικιστικής υστερίας, από το ξαναζέσταμα του “μακεδονικού” και τις αντιδράσεις για την σύλληψη των δυο καραβανάδων στην Τουρκία, ως την συνεχή αντιμεταναστευτική τρομολαγνεία, και την επίμονη προπαγάνδα περί ΑΟΖ και πετρελαίων σαν την νέα κόκκινη μηλιά της εθνικής μας ολοκλήρωσης. Και γενικά, η συνεπής μεταχείριση της επικαιρότητας με τον πιο ακραίο σοβινιστικό και ασφαλίτικο τρόπο, όπως λ.χ. της δολοφονίας Κωστόπουλου ή των φοιτητικών γλεντιών του Ρουβίκωνα, συνθέτει ένα περιβάλλον που βρομά αρβύλα και χαφιεδιλίκι.
Ο εγχώριος μιλιταρισμός αντεπιτίθεται, αναλαμβάνει τα κρίσιμα υπουργεία, συντονίζει αυτό το δύσοσμο χαφιεδότσουρμο πίσω από το τρομολαγνικό λόγο των ΜΜΕ, τη διοργάνωση των συλλαλητηρίων, το ξέπλυμα των νεοναζί, το ιντερνετικό κυπατζίδικο συρφετό που ακατάσχετα συνομωσιολογεί και δολοφονεί χαρακτήρες. Αυτό το βαθύ κράτος, η πεμπτουσία του ελληνικού κράτους δηλ, παίζει τα ρέστα του, παίρνοντας με το μέρος του ακόμα και πρώην πολέμιούς του από τον καιρό που ήταν στις δόξες του: η κατάντια του Μίκη στα μακεδονικά συλλαλητήρια ή του Λαφαζάνη στο κανάλι του Πλεύρη λ.χ., είναι απλώς ενδεικτική.
Και αν κάποιοι πρώην εμβληματικοί αντιχουντικοί λούζονται στο βούρκο του εθνικισμού, ο αληθινός στόχος των μιλιταριστών δεν είναι οι ματαιόδοξοι ή ματαιωμένοι αριστεροί πολιτικάντηδες. Ο στόχος είναι, ήταν και θα είναι πάντα κυρίως η νεολαία. Αυτήν θέλει να πολτοποιήσει σε κρεατόμαζα για τα κανόνια των μελλοντικών πολέμων και για τα κάτεργα των σημερινών τους αφεντικών. Να την πείσει πως το μόνο σίγουρο μέλλον είναι στα σώματα ασφαλείας και η εκτόνωση είναι στον ανταγωνισμό και την εκμηδένιση των αδύναμων. Τις νέες και νέους κυριότατα στόχευε και στις παλιές καλές εποχές των συνταγματαρχών, αυτούς κούρευε, επόπτευε, έλεγχε τι μουσική ακούν και τι ταινίες βλέπουν, παρακάτσευε που τρων και τι πίνουν. Αυτούς μάντρωνε σε μια απέραντη αόρατη φυλακή και πλάκωνε με ένα γύψινο πέπλο. Και τελικά ήταν αυτοί, μαθητές, φοιτητές και εργαζόμενοι νεολαίοι που κλείστηκαν πρώτοι στο Πολυτεχνείο, όχι για να πεθάνουν, ούτε για να γίνουν ήρωες και σύνθημα σε πορείες, αλλά για να αναπνεύσουν ελεύθερα.
Οι 300 προβοκάτορες του Πολυτεχνείου ξέπλυναν την ντροπή μιας κοινωνίας που εν πολλοίς καλοδέχτηκε τη δικτατορία και την ανέχτηκε. Ακόμη και η ιστορική αριστερή πρωτοπορία της, δεν ήταν μονάχα ανήμπορη για οποιαδήποτε αντίδραση, αλλά κι απρόθυμη, και μονάχα η αποκοτιά και το θράσος μιας νέας γενιάς που δεν έφερε το βάρος της ήττας του εμφυλίου και το φόβο μιας νέας, την έσυρε στο Πολυτεχνείο για να στηρίξει μια κατάληψη -που αρχικά καταδίκαζε- και έτσι να αναβαπτιστεί με την αίγλη μιας εξέγερσης – που εκ των προτέρων ξόρκιζε. Εκ των υστέρων όμως, ο κόσμος που εξεγέρθηκε με επίκεντρο το Πολυτεχνείο, έγινε το δημοκρατικό άλλοθι μιας κοινωνίας που εν πολλοίς σιώπησε και αδράνησε μπρος στη θεαματική ανάληψη της απόλυτης εξουσίας από τους μιλιταριστές στρατοκράτες.
Το περίφημο λοιπόν μήνυμα του Νοέμβρη στο σήμερα είναι μόνο ένα: ούτε σπιθαμή στον εθνικισμό και τους χουντόψυχους αγύρτες. Καμία ανοχή σε χακί ονειρώξεις και σε φαιούς αλυτρωτισμούς. Είτε θα κόψουμε σήμερα τον αέρα στο μιλιταριστικό εσμό, ή θα τους δούμε αύριο να κόβουν βόλτες με τα τανκς τους.
Υποβολή απάντησης